Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
English
⇄
Greek
A
B
C
D
E
F
G
H
I
J
K
L
M
N
O
P
Q
R
S
T
U
V
W
X
Y
Z
<<
>>
Terms for subject
Transport
(47344 entries)
rotating handgrip
περιστρεφόμενη χειρολαβή
rotating mechanism
περιστροφικός μηχανισμός
rotating optic
περιστρεφόμενο οπτικό στοιχείο
rotating piston engine
εμβολοφόρος περιστροφικός κινητήρ
rotating piston engine
περιστροφικός κινητήρ
rotating piston engine
κινητήρας με περιστροφικό έμβολο
rotating wing aircraft
στροφόπτερο
rotating wing aircraft
αεροελικόπτερο
rotating wing aircraft
αεροσκάφος με περιστρεφόμενα πτερύγια
rotating wing aircraft
αεροσκάφος περιστρεφομένων πτερύγων
rotating wing aircraft
στροφειόπτερο αεροσκάφος
rotation interlocking
σύμπλεξη που απαγορεύει επαναλαμβανόμενες κινήσεις
rotation interlocking
εξάρτηση απαγορευτική της επανάληψης
rotation interlocking
εξάρτηση που απαγορεύει επαναλαμβανόμενες κινήσεις
rotation interlocking
σύμπλεξη απαγορευτική της επανάληψης
rotation point
σημείο μετάβασης
rotational friction brake
περιστροφικά φρένα τριβής
rotational inertia coefficient
συντελεστής προσαύξησης της μάζας της αμαξοστοιχίας
rotational inertia coefficient
συντελεστής περιστρεφόμενων μαζών
rotative jig
περιστρεφόμενη κλίνη
Get short URL