DictionaryForumContacts

   English Greek
A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z   <<  >>
Terms for subject Forestry (3099 entries)
rubber κόμμι
rule of thumb εμπειρικός κανόνας
run over πατημένο
running water τρεχούμενο νερό
rural amenity αγροτικές ανέσεις
Russian olive ελαίαγνος η στενόφυλλος
rust sludge κατάλοιπα ψυγείου
ruts ίχνη τροχών
ruts αυλάκια
rutted αυλακωμένος
sabotage σαμποτάζ
sacred fig φίκος ο ιερός
sacred fir ελάτη της Γουατεμάλα
safety cabin καμπίνα ασφαλείας
safety clothing ενδυμασία ασφαλείας
safety distance απόσταση ασφαλείας
safety glasses γυαλιά προστασίας
safety helmet with hearing protectors and visor κράνος ασφαλείας με ωτοασπίδες και διαφανή προσωπίδα
safety link σύνδεσμος ασφαλείας
safety margin όριο ασφαλείας