DictionaryForumContacts

   English Greek
A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z   <<  >>
Terms for subject General (36483 entries)
Peace-building Partnership εταιρική σχέση για την οικοδόμηση της ειρήνης
peacebuilding εδραίωση της ειρήνης
peacebuilding οικοδόμηση της ειρήνης
peacebuilding operation επιχείρηση για την εδραίωση της ειρήνης
peaceful φιλήσυχη
peaceful φιλήσυχο
peaceful φιλήσυχος
peaceful nuclear explosions πυρηνικές εκρήξεις για ειρηνικούς σκοπούς
peaceful pledge εγγυήσεις για ειρηνική χρήση
peaceful use ειρηνική χρήση
peacekeeping operation επιχείρηση για τη διατήρηση της ειρήνης
peacekeeping school σχολή εκπαίδευσης για τη διατήρηση της ειρήνης
peacemaking ειρήνευση
peacemaking operation ειρηνευτική επιχείρηση
peacetime emergency planning πολιτική άμυνα
peak αποκορύφωμα
peak ακμή
peak braking coefficient συντελεστής πέδησης κορυφής
peak load installations εγκαταστάσεις κάλυψης αιχμών
peak season υψηλή εποχή