DictionaryForumContacts

   English Greek
A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z   <<  >>
Terms for subject Transport (46147 entries)
mono-fuelled vehicle όχημα ενός καυσίμου
monoball mount μονόσφαιρη στήριξη
monobeam μεμονωμένο υποστήλωμα οδοστρώματος
monobeam system μονοακτινικό σύστημα
monobeam system σύστημα μονής δοκού
monobloc concrete sleeper ολόσωμος στρωτήρας από σκυρόδεμα
monobloc prestressed-concrete sleeper ολόσωμος στρωτήρας από προεντεταμένο σκυρόδεμα
monocoque άτρακτος ολοφέρουσας επικάλυψης
monocoque αυτοφερόμενο αμάξωμα
monocoque coach body πλαίσιο επιβατάμαξας μονοκόμματο
monocycle μονότροχο ποδήλατο
monogole μονεργκόλ
monolith foundation θεμελίωση σε φρεάτια
monolith with cylindrical well κυλινδρικό φρέαρ
monolithic block μονολιθικός ογκόλιθος
monomotor bogie μονοκινητήριο φορείο
monoplane μονοπλάνο
monopropellant μονεργκόλ
monopropellant μονοπροωστήριο
monorail μονόραβδος σιδηρόδρομος