Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
English
⇄
Greek
A
B
C
D
E
F
G
H
I
J
K
L
M
N
O
P
Q
R
S
T
U
V
W
X
Y
Z
<<
>>
Terms for subject
Metallurgy
(12978 entries)
local electrochemical cells lead to pitting
τοπικά ηλεκτροχημικά κελλιά οδηγούν σε διάβρωση με βελονισμούς
local hardening
τοπική σκλήρυνση
local mechanical stresses lead to stress corrosion cracking
τοπικές μηχανικές τάσεις οδηγούν σε διάβρωση με μηχανική καταπόνηση
local resistance to denting
αντίσταση στο τοπικό κοίλωμα ελάσματος
local segregates of the ghost type, give different quenched structures
οι τοπικοί διαφορισμοί του τύπου "φαντασμάτων" δίνουν διαφορετικές δομές από απότομη ψύξη
local thickness
τοπικό πάχος επικάλυψης
local thickness
τοπικό πάχος στρώματος
locating cones
κώνοι εντοπισμού
locating pin
άξονας κεντραρίσματος
locating pin
πείρος ασφαλείας
locating pin
περόνη κεντραρίσματος
locator
εντοπιστής πυρήνα
lock
βαθμίδα πλευρικής ενίσχυσης
lock beading
σύνδεση μέσω πτυχώσεων
lock forming
σύνδεση μέσω κάμψης προεξοχών
lock seaming
σύνδεση ελασμάτων με σύγχρονη κάμψη των άκρων τους
lock side seam joint
μονόπλευρη επίπεδη σύνδεση με πατούρα
locked-up stress
παραμένουσα τάση
locomotive crane
γερανός σε σιδηροτροχιές
long boss tool with interchangeable heads
μακρύ εργαλείο με εναλλασσόμενες κυρτωμένες κεφαλές
Get short URL