DictionaryForumContacts

   English Greek
A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z   <<  >>
Terms for subject Forestry (3101 entries)
lock washer δακτύλιος ασφαλείας
lodge pole pine πεύκη
lodgepole pine πεύκη η πολύπλοκος
log κορμός
log κορμός ακατέργαστου ξύλου
log κούτσουρο
log κορμοτεμάχιο
log κορμοτεμάχια ξύλου
log blue κυάνωση κορμοτεμαχίου
log blue stain κυάνωση κορμοτεμαχίου
log cabins μικρά ξύλινα σπίτια
log diameter (top measurement) διάμετρος κορμοτεμαχίου
log half κορμοτεμάχιο ημιστρόγγυλο
log length μήκος κορμοτεμαχίου
log material υλικά υλοτομίας
log splitter ξυλοσχίστης
log splitter μηχάνημα για σχίσιμο κορμοτεμαχίων
log stain μεταχρωματισμός κορμοτεμαχίου
log stain κυάνωση κορμοτεμαχίου
log storage pond δεξαμενή αποθήκευσης κορμοτεμαχίων