DictionaryForumContacts

   English Greek
A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z   <<  >>
Terms for subject Transport (47393 entries)
leading edge of wing χείλος προσβολής πτέρυγας αεροσκάφους
leading edge radiator ψυγείο χείλους προσβολής
leading edge radiator ψύκτης χείλους προσβολής
leading edge slat πτερύγιο ασφαλείας
leading edge slat υπεραντωτικό πτερύγιο μετώπου
leading edge subsystem method προγραμματισμός υποσυστήματος χείλους προσβολής
leading jetty τοίχος οδήγησης
leading jetty καθοδηγητικός τοίχος
leading light κατευθυντήριος φανός
leading lights φανός ευθυγραμμίας
leading mark κατευθυντήριο σημάδι
leading mark σημάδι οδηγός
leading pile πάσσαλος ευθυγράμμισης
leading unit επικεφαλής κινητήρια μονάδα
leading vehicle επί κεφαλής όχημα
leading-in line γραμμή προσέγγισης σε σταθμό
leading-in line γραμμή εισόδου
leads οδηγοί σφύρας
leaf bridge γέφυρα με ανορθούμενον βραχίονα
leaf bridge γέφυρα με ανορθούμενους βραχίονας