DictionaryForumContacts

   English Greek
A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z   <<  >>
Terms for subject General (36483 entries)
last name επώνυμο
last number redial επανεπιλογή του τελευταίου αριθμού
lasting μακροχρόνια
lasting μακροχρόνιο
lasting μακροχρόνιος
lasting civil peace διαρκής κοινωνική ειρήνη
latch jack χουλιαροάγκιστρο
late αργοπορημένη
late αργοπορημένο
late καθυστερημένη
late καθυστερημένο
late καθυστερημένος
late αργοπορημένος
late completion of a contract καθυστέρηση εκτέλεσης συμβάσεως
late night νυχτερινό ωράριο
late registration καθυστερημένη εγγραφή
late repayment of the assistance καθυστέρηση καταβολής των συνδρομών
late saver επιβάτης της τελευταίας στιγμής
lately πρόσφατα
latent defect λανθάνον ελάττωμα