Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
English
⇄
Greek
A
B
C
D
E
F
G
H
I
J
K
L
M
N
O
P
Q
R
S
T
U
V
W
X
Y
Z
<<
>>
Terms for subject
Law
(15794 entries)
industrial change
μεταλλαγή της βιομηχανίας
industrial changes and changes in production systems
μεταλλαγές της βιομηχανίας και αλλαγές των συστημάτων παραγωγής
industrial conflict
εργατικός αγώνας
industrial conflict
συλλογική διαφορά εργασίας
industrial court
εργατοδικείο
industrial dispute
εργασιακές διαφορές
industrial property agent
σύμβουλος επί θεμάτων βιομηχανικής ιδιοκτησίας
industrial property expert
εμπειρογνώμων σε θέματα βιομηχανικής ιδιοκτησίας
industrial property right
δικαίωμα βιομηχανικής ιδιοκτησίας
industrial third party insurance
ασφάλεια έναντι της αστικής ευθύνης της επιχειρήσεως
industrial toxicology
βιομηχανική τοξικολογία
industrial tribunal
εργατοδικείο
industrial undertaking
βιομηχανική επιχείρηση
industrialist
βιομήχανος
industrialized democracy
βιομηχανική δημοκρατική χώρα
industry-wide agreement
κλαδική συλλογική σύμβαση εργασίας
industry-wide agreement
συλλογική επαγγελματική συμφωνία
inertia selling
προμήθεια χωρίς προηγούμενη παραγγελία
infant
βρέφος/νήπιο
inform so. of one's views
εκθέτω τη γνώμη μου σε κάποιον
Get short URL