DictionaryForumContacts

   English Greek
A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z   <<  >>
Terms for subject General (36483 entries)
immigration officer αξιωματικός μεταναστεύσεως
immigration policy πολιτική όσον αφορά τη μετανάστευση
immigration rules διατάξεις περί αλλοδαπών εργαζομένων
immobilisation of the waste hulls αδρανοποίηση του περιβλήματος πυρηνικού καυσίμου
immune άνοση
immune άνοσο
immunological medicinal product ανοσολογικό φαρμακευτικό προϊόν
impact ενσφηνώνω
impact επίπτωση
impact collector συλλέκτης προσκρούσεως
impact on the market επίδραση στην αγορά
impact report έκθεση επί του αντικτύπου των γνωμοδοτήσεων
impact resistance αντίσταση έναντι κρούσης
impact resistance κρουστική αντοχή
impact strength κρουστική αντοχή
impacts of micrometeorites πρόσκρουση μικρομετεωριτών
impair the independence θέτω σε κίνδυνο την ανεξαρτησία
impair the independence, to θέτω σε κίνδυνο την ανεξαρτησία
impartial evaluation αμερόληπτη αξιολόγηση
impartial surveillance mechanism αμερόληπτος μηχανισμός εποπτείας