Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
English
⇄
Greek
A
B
C
D
E
F
G
H
I
J
K
L
M
N
O
P
Q
R
S
T
U
V
W
X
Y
Z
<<
>>
Terms for subject
Finances
(25411 entries)
give a true and fair view
παρουσιάζω πιστή εικόνα
give notice to the participating Member State to take measures
ειδοποιώ το κράτος μέλος να λάβει μέτρα
[1]
give-up
διαδικασία "give-up"
giver-on
αγοραστής τίτλων επί προθεσμία
giver-on
κερδοσκόπος αγοραστής τίτλων επί προθεσμία
giving a security
κατάθεση εγγύησης
glamour stock
μετοχές πρώτης τάξης
glass mirrors
(including rear-view mirrors)
unframed, framed or backed
καθρέφτες από γυαλί, με πλαίσιο ή όχι, στους οποίους περιλαμβάνονται κοι οι οπισθοσκοπικοί καθρέφτες
gliding parity
ολισθαίνουσα ισοτιμία
global account
παγκόσμιος λογαριασμός
global banking
γενική τραπεζική
global bond
"ομολογία πολλαπλών αγορών"
global bond
διεθνές ομόλογο
global bond issuing technique
τεχνική της παγκόσμιας έκδοσης
global budget commitment
συνολική δημοσιονομική δέσμευση
global budgetary commitment
συνολική δημοσιονομική δέσμευση
Global Cap Authority
ολική έγκριση "καπ"
global ceiling
συνολικό ανώτατο όριο
global certificate
συνολικό πιστοποιητικό
global commitments
συνολική ανάληψη υποχρεώσεων
Get short URL