Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
English
⇄
Greek
A
B
C
D
E
F
G
H
I
J
K
L
M
N
O
P
Q
R
S
T
U
V
W
X
Y
Z
<<
>>
Terms for subject
General
(36499 entries)
follow-on forces
δυνάμεις δευτέρου κλιμακίου
follow-on forces
δεύτερο κλιμάκιο δυνάμεως
follow-on mission
αποστολή διαδοχής
follow-up card
δελτίο παρακολούθησης
Follow-up Group on Implementation of the Transitional Measures for German Unification
Ομάδα εποπτείας της εφαρμογής των μεταβατικών μέτρων για την ενοποίηση της Γερμανίας
follow-up of Commission decisions
παρακολούθηση των αποφάσεων της Επιτροπής
follow-up orders
επάλληλες παραγγελίες
follow-up to Parliamentary resolutions
συνέχεια που δίδεται στα ψηφίσματα του Κοινοβουλίου
follower
επέκταση ράβδου ελέγχου
follower
οπαδός
follower rod
επέκταση ράβδου ελέγχου
following
κατόπιν
(+ γεν.)
συνεπεία
(+ γεν.)
λόγω
(+ γεν.)
μετά από; βάσει
(+ γεν.)
following
ακούλουθη
following
ακόλουθο
following
ακόλουθος
following
εξής
fond
τρυφερή
fond
τρυφερό
fond
τρυφερός
food
νοθευμένο τρόφιμο
Get short URL