DictionaryForumContacts

   English Greek
A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V WY Z   <<  >>
Terms for subject Finances (25891 entries)
collateralised bond obligation εγγυημένος ομολογιακός τίτλος
collateralised debt obligation εγγυημένο δανειακό ομόλογο
collateralised fund obligation εγγυημένο ομόλογο αμοιβαίων κεφαλαίων
collateralised loan obligation εγγυημένο δανειακό ομόλογο
collateralised mortgage obligation ενυπόθηκη ομολογία
collateralised non-remunerated loan άτοκο δάνειο συνοδευόμενο από ασφάλειες
collateralised operation πράξη που καλύπτεται από ασφάλεια
collateralised synthetic obligation εγγυημένο σύνθετο ομόλογο
collateralised synthetic obligation συνθετικό CDO
collateralization δημιουργία εγγύησης
collateralized (debt) defeasance σχέδιο μείωσης του χρέους
collateralized floating rate bond ομολογία με διακυμαινόμενη εγγύηση
collect εισπράττω
collect charges είσπραξη προμηθειών
collect revenue εισπράττω έσοδα
collecting bank Τράπεζα εισπράξεως
collecting society οργανισμός συλλογικής διαχείρισης
collection είσπραξη
collection basis βάση είσπραξης
collection charge προμήθεια είσπραξης