Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
English
⇄
Greek
A
B
C
D
E
F
G
H
J
K
L
M
N
O
P
Q
R
S
T
U
V
W
X
Y
Z
<<
>>
Terms for subject
Coal
(2469 entries)
carbonization
οπτανθρακοποίηση
carbonization
οπτανθρακοποίησις
carbonization
παραγωγή κωκ
carbonization process
παραγωγή κωκ
carbonization process
οπτανθρακοποίηση
carbonization process
οπτανθρακοποίησις
carbonization rate
ταχύτης
carbonization rate
τιμή οπτήσεως
carbonizing temperature
θερμοκρασία οπτήσεως
carbothermic reduction at high temperature
καρβοθερμική αναγωγή σε υψηλή θερμοκρασία
Cardox blasting
έκρηξη με χρήση συστήματος Cardox
Cardox shell
χαλύβδινο φυσίγγιο Cardox
cartridged
γόμωση
cartridging
γέμισμα φυσιγγίου
cartridging
συμπίεση εκρηκτικής ύλης εντός φυσιγγίου
case
περίβλημα φυσιγγίου από παραφινωμένο χαρτί
casing
σωλήνωση γεωτρήσεων
casing elevator
αναρτήρας σωλήνων
casing elevator
σύστημα ανέλκυσης σωλήνων γεωτρήσεων
casing pipe ramp
ράμπα σωλήνων και στελεχών
Get short URL