DictionaryForumContacts

   English Greek
A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z   <<  >>
Terms for subject General (36483 entries)
Auxiliary function word Λέξη βοηθητικής λειτουργίας
auxiliary helium circuit βοηθητικό σύστημα ηλίου
auxiliary personnel βοηθητικό προσωπικό
Auxiliary processors Βοηθητικοί επεξεργαστές
auxiliary spray line γραμμή βοηθητικού ψεκασμού
auxiliary staff επικουρικοί υπάλληλοι
auxiliary steam manifold βοηθητική κεφαλή διανομής ατμού
auxochrome group αυξόχρωμη ομάδα
availability δαθεσιμότητα
Availability cycle Κύκλος διαθεσιμότητας
availability of fresh water επάρκεια γλυκού ύδατος
available διαθέσιμη
available διαθέσιμο
Avant-garde de la Révolution Malgache Πρωτοποριακό επαναστατικό κόμμα της Μαδαγασκάρης
average μέση
average μέσο
Average acceleration Μέση επιτάχυνση
average consumer μέσος καταναλωτής
Average data-transfer rate Μέσος ρυθμός μεταφοράς δεδομένων
average determination προσδιορισμός της μέσης τιμής