DictionaryForumContacts

   English Greek
A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z   <<  >>
Terms for subject General (34530 entries)
Accelerated ageing tests of treated wood prior to biological testing - Evaporative ageing procedure Τεχνητή γήρανση εμποτισμένου με συντηρητικό ξύλου πριν από βιολογικές δοκιμές - Δοκιμασία εξατμίσεως
accelerated exposure επιταχυνθείσα έκθεση
accelerated review επανεξέταση με ταχείες διαδικασίες
acceleration pickup αισθητήρας επιτάχυνσης
acceleration pickup ενδείκτης επιτάχυνσης
acceleration pickup επιταχυμετρητής, επιταχύμετρο
acceleration pickup επιταχυνσιόμετρο
acceleration pickup μετρητής επιτάχυνσης
accelerogram επιταχυνσιόγραμμα
accelerometer μετρητής επιτάχυνσης
accent προφορά
accept συμφωνώ
accept any honour, decoration, favour gift or payment of any kind whatever, to δέχομαι τιμητική διάκριση, παράσημο, εύνοια, δωρεά ή αμοιβή οποιασδήποτε φύσεως
accept any honour, decoration, favour, gift or payment δέχομαι τιμητική διάκριση,παράσημο,εύνοια,δώρο,αμοιβή
acceptable αποδεκτή
acceptable αποδεκτό
acceptable damage ανεκτή ζημία
acceptable damage αποδεκτή ζημία
acceptable damage αποδεκτή βλάβη
acceptable risk αποδεκτός κίνδυνος