DictionaryForumContacts

   English Greek
A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z   <<  >>
Terms for subject General (36483 entries)
fair share δίκαιο τμήμα
fair's organizer διοργανωτής εκθέσεως
fairly δίκαια
faith πίστη
faith healing θεραπεία ή ίασις διά της πίστεως ή των προσευχών
faithful πιστή
faithful πιστό
faithful πιστός
FAL form έντυπο FAL
fall κατακρήμνησις
fall υετός
fall μειώνομαι
fall πέφτω
fall from height πτώση από ύψος
fall out ραδιενεργός επίπτωση
fallback position θέση αναδίπλωσης
fallen wool νεκρό μαλλί
fallout ραδιενεργός εναπόθεση από πυρηνική έκρηξη
FALSE ψευδής
fam trip επίσκεψη γνωριμίας