DictionaryForumContacts

   English Greek
A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z   <<  >>
Terms for subject General (36483 entries)
blast injury τραυματισμός από εκρηκτικό κύμα πιέσεως
blast preheater Προθερμαντήρ αέρος υψικαμίνου
blast wave εκρηκτικό κύμα
blast wave κύμα κρούσης
blast weapon εκρηκτικό όπλο
blazing combustion καύση με φλόγες
bleaching powder λευκαντική σκόνη,χλωριούχος άσβεστος,χλωριάσβεστος
bleed αιμορραγώ
bleeder cloth κάλυμμα διαρροής
bleeder cloth κάλυμμα που επιτρέπει την απαγωγή πλεονάζοντος αερίου ή ρητίνης
bleeding καταραμένη
bleeding καταραμένο
bleeding καταραμένος
bleeding core διαιρούμενο καρότο
blend ανάμιξη
blepharostat βλεφαροστάτης
bless ευλογώ
blessing ευλογία
blight υποβάθμιση
blind μη εκραγείς μηχανισμός