Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
English
⇄
Greek
A
B
C
D
E
F
G
H
I
J
K
L
M
N
O
P
Q
R
S
T
U
V
W
X
Y
Z
<<
>>
Terms for subject
Transport
(47344 entries)
unballasted
ανερμάτιστος
unballasting
αφερμάτισμα
unballasting
ξεσαβούρωμα
unbraked trailer
ρυμουλκούμενο άνευ πέδης
unbraked wheel
μη πεδούμενος τροχός
unbundled air transport product
απλή υπηρεσία αεροπορικής μεταφοράς
unbundled rail-transport product
απλή υπηρεσία σιδηροδρομικής μεταφοράς
unclaimed article
αζήτητο εμπόρευμα
unclaimed luggage
εγκαταλειμμένες αποσκευές
unconsolidated track
γραμμή μη σταθεροποιημένη
unconsolidated track
γραμμή μη συμπυκνωμένη
uncontained failure
ασυγκράτητη αστοχία
uncouple
αποσυμπλέκω
uncouple a wagon
αποσυνδέω ένα φορτηγό βαγόνι
uncouple the engine
αποσυνδέω τη μηχανή
uncouple the engine
κόβω τη μηχανή
uncoupling
απαγκίστρωση
uncoupling
απόζευξη
uncoupling device
διάταξη αποσύνδεσης
uncoupling device
συσκευή αποσύνδεσης
Get short URL