DictionaryForumContacts

   English Greek
A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z   <<  >>
Terms for subject General (36483 entries)
stoichiometric air/fuel ratio στοιχειομετρική αναλογία αέρα/καυσίμου
stoichiometric air/fuel ratio στοιχειομετρική αναλογία καυσίμου-αέρα
stoichiometric fuel/air ratio στοιχειομετρική αναλογία καυσίμου-αέρα
stoichiometric ideal air/fuel ratio στοιχειομετρική αναλογία καυσίμου-αέρα
stoichiometric point στοιχειομετρική αναλογία καυσίμου-αέρα
stoichiometric ratio στοιχειομετρική αναλογία καυσίμου-αέρα
stomach στομάζι
Stomach irrigation Διάλυμα για στομαχικές πλύσεις
stone miner's shift βάρδια εξόρυξης πετρώματος
stone-putter στιβαδόρος πέτρας
stoneman εξορύκτης
stop ανακόπτω
stop σταμάτημα
stop σταματώ
Stop control Έλεγχος περάτωσης
stop lamp φανός πέδησης
stop light φανός πέδησης
STOP Programme Πρόγραμμα ενθάρρυνσης και ανταλλαγών μεταξύ των υπευθύνων για την καταπολέμηση της εμπορίας ανθρώπων και της σεξουαλικής εκμετάλλευσης παιδιών' Πρόγραμμα STOP
stoper οπή διάτρησης οροφής
Storage Μνήμη