DictionaryForumContacts

   English Greek
A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z   <<  >>
Terms for subject General (36483 entries)
peacekeeping operation επιχείρηση για τη διατήρηση της ειρήνης
peacekeeping school σχολή εκπαίδευσης για τη διατήρηση της ειρήνης
peacemaking ειρήνευση
peacemaking operation ειρηνευτική επιχείρηση
peacetime emergency planning πολιτική άμυνα
peak αποκορύφωμα
peak ακμή
peak braking coefficient συντελεστής πέδησης κορυφής
peak load installations εγκαταστάσεις κάλυψης αιχμών
peak season υψηλή εποχή
peaks and chinstraps for headgear σκελετοί με ελατήρια για καπέλα που διπλώνουν, γείσα και υποσάγωνα, για την πιλοποιία
peanut σπέρμα αραχίδων
pearl onions πράσο το αμπελόπρασο
Peasants' Unity Committee Επιτροπή Αγροτικής ΄Ενωσης
pebble sampling device διάταξη δειγματοληψίας pebble
pectins πηκτίνες ; Ε 440
peculiar αλλόκοτη
peculiar αλλόκοτο
peculiar αλλόκοτος
Pedestal wash basins Νιπτήρες με κολώνα