Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
English
⇄
Greek
A
B
C
D
E
F
G
H
I
J
K
L
M
N
O
P
Q
R
S
T
U
V
W
X
Y
Z
<<
>>
Terms for subject
General
(36483 entries)
operational rehearsal
επιχειρησιακή δοκιμαστική άσκηση
operational safety of the transport
λειτουργική ασφάλεια κατά τη μεταφορά
Operational States
καταστάσεις λειτουργίας
operational transient
λειτουργική μεταβατική κατάσταση
operational unit
λειτουργικό τμήμα
operations
λειτουργίες
operations centre
κέντρο επιχειρήσεων
Operations Centre Permanent Staff
μόνιμο προσωπικό του κέντρου επιχειρήσεων
operations coordinator
συντονιστής επιχειρήσεων
Operations Superintendent
προϊστάμενος λειτουργίας
operations support
υπoστήριξη τωv επι?ειρήσεωv
operations to enhance the value of human resources
δράσεις αξιοποίησης του ανθρώπινου δυναμικού
operations under the Funds
δράσεις των ταμείων
operations under the Funds
ενέργειες των ταμείων
operative part of the judgement
διατακτικό της απόφασης
Operative Provision 8
λειτουργική διάταξη αριθ. 8
operative weldability
λειτουργική συγκολλησιμότητα
operator behaviour under stress
συμπεριφορά του χειριστή υπό συνθήκες άγχους
operator of installation
υπευθυνος της εγκατάστασης
operator's control panel
χειριστήριο
Get short URL