DictionaryForumContacts

   English Greek
A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z   <<  >>
Terms for subject General (36483 entries)
multiplier organisation οργανισμός με πολλαπλασιαστικό αποτέλεσμα
multiply πολλαπλασιάζω
multiplying medium μέσο ικανό για τον πολλαπλασιασμό των νετρονίων
multiprogramming with a variable number of tasks πολυπρογραμματισμός με μεταβλητό αριθμό έργων
multiregion reactor πολυγωνικός αντιδραστήρας
multiregional action πολυπεριφερειακή ενέργεια
multiregional forms of assistance πολυπεριφερειακές μορφές παρέμβασης
multiregional level πολυπεριφερειακό επίπεδο
multiregional measures πολυπεριφερειακή ενέργεια
multiregional OP πολυπεριφερειακό ΛΠ
multiregional programme πολυπεριφερειακό πρόγραμμα
multiregional sub-framework πολυπεριφερειακό επί μέρους ΚΠΣ
multiscreen projection πολλαπλή προβολή
multisectorial πολυτομεακός
multisensor system σύστημα πολλών αισθητήρων
multisensoral integrated system πολυαισθητηριακό ολοκληρωμένο σύστημα
multistage booster rocket πολυόροφος προωθητικός πύραυλος
multistage gas gun πολυφασικό πυροβόλο αερίου
multistage light gas gun πολυφασικό πυροβόλο ελαφρού αερίου
multistage missile πολυόροφος πύραυλος