Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
English
⇄
Greek
A
B
C
D
E
F
G
H
I
J
K
L
M
N
O
P
Q
R
S
T
U
V
W
X
Y
Z
<<
>>
Terms for subject
General
(36483 entries)
field-guard
αγροφυλακή
fields of exclusive competence
τομείς αποκλειστικών αρμοδιοτήτων
fifteen
δεκαπέντε
fifth
πέμπτη
fifth
πέμπτο
fifth
πέμπτος
fifth freedom rights
δικαιώματα πέμπτης ελευθερίας
Fifth programme for the exchange of officials competent for veterinary matters
Πέμπτο πρόγραμμα ανταλλαγής αρμοδίων υπαλλήλων στον κτηνιατρικό τομέα
Fifth Protocol to the General Agreement on Privileges and Immunities of the Council of Europe
Πέμπτο πρόσθετο πρωτόκολλο στη γενική συμφωνία περί των προνομίων και ασυλιών του Συμβουλίου της Ευρώπης
fifty
πενήντα
fight
μάχομαι
fight
πολεμώ
fight against drugs
καταπολέμηση των ναρκωτικών
fight against drugs in producer countries
αγώνας των χωρών παραγωγής κατά του εμπορίου ναρκωτικών
fighter
αεροσκάφος δίωξης
fighter
καταδιωκτικό
fighter
μαχητής
fighter-bomber
αεροσκάφος διώξεως-βομβαρδισμού
fighter-bomber
καταδιωκτικό βομβαρδιστικό αεροσκάφος
fighting area
ζώνη διεξαγωγής μάχης
Get short URL