DictionaryForumContacts

   English Greek
A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z   <<  >>
Terms for subject Earth sciences (17974 entries)
cable compound στερεοποιούμενο σκεύασμα απομόνωσης συρμάτων
cable connection ένωση καλωδίων
cable connection σύνδεση καλωδίων
cable connection surveillance επιθεώρηση των συνδέσεων των καλωδίων
cable connection surveillance επιτήρηση της ενεργοποίησης με τους διακόπτες
cable harness δέσμη καλωδίων
cable harness εξάρτιση καλωδίων
cable harness καλωδίωση
cable identification sleeve δακτύλιος αναγνώρισης καλωδίου
cable identification sleeve ενδεικτικό κολάρο καλωδίου
cable joint σύνδεση καλωδίων
cable joint ένωση καλωδίων
cable loom προσυναρμολογημένη καλωδίωση
cable plug βύσμα καλωδίου
cable plug φίσα καλωδίου
cable run διέλευση καλωδίων
cable saw αλυσοπρίονο
cable set δέσμη καλωδίων
cable set καλωδίωση
cable terminal clamp κολάρο στερέωσης