DictionnaireLe forumContacts

   Suédois
Google | Forvo | +
skäftfog n ~en ~ar
industr., constr. σύνδεσμος; σύνδεση με λοξότμηση; ένωση; ξυλοσύνθεσις κωνική,ένωσις μετ'εφαρμογής,σύνθεσις φάλτσο,συναρμολόγησις λοξή,μανδάρισμα,κωνικός αρμός,λοξή ένωσις