Proceso | |
comp., MS | Διαδικασία |
procesar | |
mech.eng. | κατεργάζομαι; επεξεργάζομαι; εργάζομαι; κατασκευάζω |
proceso | |
comp., MS | διεργασία |
environ. | δίωξη |
prioritario | |
IT | πρώτο επίπεδο |
| |||
αντιδικία; δίκη | |||
| |||
διεργασία | |||
δίωξη | |||
νομική διαφορά | |||
| |||
κατεργάζομαι; επεξεργάζομαι; εργάζομαι; κατασκευάζω | |||
| |||
Διαδικασία |
proceso prioritario : 2 phrases in 2 subjects |
Communications | 1 |
Information technology | 1 |