DictionaryForumContacts

   Portuguese
Google | Forvo | +
to phrases
bogie n
gen. περιστρεφόμενο ικρίωμα; περιστρεφόμενο πλαίσιο; περιστρεφόμενο υπόβαθρο; φορείο m; φορείο βάσεων
transp., tech. πλαίσιο φορείου; σασί φορείου
bogie
: 29 phrases in 2 subjects
Mechanic engineering1
Transport28