DictionaryForumContacts

   Swedish
Google | Forvo | +
to phrases
räntabilitet form.
econ. αποδοτικότητα
fin. επιτόκιο; απόδοση; αποδοτικότητα χρηματιστηριακού τίτλου
market. απόδοση του κεφαλαίου; απόδοση κεφαλαίου; αποδοτικότητα του κεφαλαίου
räntabilitet: 4 phrases in 2 subjects
Finances3
Marketing1