DictionaryForumContacts

   French
Google | Forvo | +
formation en cours d'emploi
econ. κατάρτιση των εργαζομένων κατά την εργασία
ed. συνεχής κατάρτιση; συνεχής επιμόρφωση
empl. επαγγελματική κατάρτιση κατά την εργασία
lab.law. κατάρτιση κατά την απασχόληση; επιτόπια εκπαίδευση