DictionaryForumContacts

   Portuguese
Google | Forvo | +
economia de planeamento central
econ. οικονομία κεντρικού σχεδιασμού; προγραμματισμένη οικονομία; σχεδιοποιημένη οικονομία
fin. σχεδιασμένη οικονομία; κεντροποιημένη οικονομία