| |||
δεδομένα | |||
ζάρι; κύβος | |||
εργαλειομηχανή πολλαπλής αυλακώσεως | |||
τετράγωνο ή κυβικό εξάρτημα καμινιάσματος | |||
δεδομένο | |||
| |||
στοιχεία | |||
γεvικές πληρoφoρίες; πληροφορίαίες/πληροφόρηση/στοιχεία/ενημέρωση; πληροφορίαίες/πληροφόρηση/στοιχεία/ενημέρωση | |||
δεδομένα | |||
Portuguese thesaurus | |||
| |||
Diário Oficial da União (ННатальЯ) | |||
| |||
DAO |
dado: 183340 phrases in 96 subjects |