DictionaryForumContacts

   Danish
Google | Forvo | +
to phrases
arbejdstid n
comp., MS ώρες εργασίας
econ. ωράριο εργασίας
environ. εργάσιμη ώρα; ώρα εργασίας (γραφείου); εργάσιμη ώρα/ώρα εργασίας γραφείου
IT, dat.proc. εργάσιμες ώρες
lab.law. διάρκεια εργασίας; ωράριο; χρόνος μηχανικής κατεργασίας; χρόνος μηχανούργισης; χρόνος εργασίας; διαχείριση του χρόνου εργασίας
mech.eng. χρόνος λειτουργίας
Arbejdstid n
comp., MS Χρόνος εργασίας
arbejdstid: 52 phrases in 11 subjects
Construction1
Economy9
Education1
Employment2
General1
Government, administration and public services1
Labor law29
Law1
Social science3
Statistics3
Transport1