DictionaryForumContacts

   Dutch
Google | Forvo | +
afvalmolen f
industr., construct., mech.eng. μηχανή θραύσεως/αλέσεως των καταλοίπων ελαστικού
mun.plan., environ. μύλος απορριμμάτων κουζίνας; σκουπιδοφάγος; σκουπιδοφάγος κουζίνας; συσκευή για το άλεσμα των απορριμμάτων της κουζίνας