| |||
απαίτησις; οφειλή; χρέος | |||
βραχυπρόθεσμες απαιτήσεις και προκαταβολές | |||
λογιστικές απαιτήσεις; λογιστικές πιστώσεις | |||
| |||
εισπρακτέο χρέος; ισχύον χρέος; χρεωστικός λογαριασμός | |||
English thesaurus | |||
| |||
ac rec; a/c rec (oVoD) | |||
| |||
A/R |
accounts receivable: 9 phrases in 4 subjects |
Accounting | 1 |
Economy | 2 |
Finances | 2 |
Marketing | 4 |