DictionaryForumContacts

   Danish
Google | Forvo | +
to phrases
ablation n
gen. αποκόμιση,αποκομιδή,απογύμνωση,εκτομή,αποκόλληση,εξαίρεση
earth.sc. εκτομή
el. εκφλοίωση
med. εξαίρεση; ακρωτηριασμός; απογύμνωση; αποκόλληση; αποκόλλησις; αποκομιδή
transp., mater.sc. αποκόμιση
ablation: 1 phrase in 1 subject
Communications1