DictionaryForumContacts

   Dutch
Google | Forvo | +
aangeslagen elektron
earth.sc., el. διεγερμένο ηλεκτρόνιο; θερμό ηλεκτρόνιο; ταχύ ηλεκτρόνιο; υπέρθερμο ηλεκτρόνιο; υπερδιεγερμένο ηλεκτρόνιο