DictionaryForumContacts

   Irish
Google | Forvo | +
plocóid téitheora
tech., el. αναφλεκτήρας θέρμανσης; αναφλεκτήρας με ηλεκτρική αντίσταση; αναφλεκτήρας πυρακτώσεως; μπουζί θερμάνσεως; μπουζί με ηλεκτρική αντίσταση