betétbiztosítási rendszer | |
fin. | σύστημα εγγύησης των καταθέσεων |
Eszközök | |
comp., MS | Επιλογέας; Συσκευές |
eszköz | |
comp., MS | συσκευή; περιουσιακό στοιχείο, πάγιο; εργαλείο |
crim.law. | μέσο για τη διάπραξη εγκλήματος' όργανο του εγκλήματος |
a betétbiztosítási: 2 phrases in 2 subjects |
Finances | 1 |
General | 1 |