objectif | |
agric. chem. | αντικειμενικός |
comp., MS | στόχος |
cultur. earth.sc. | αντικειμενικός φακός μικροσκοπίου |
dé | |
construct. | κονίαμα εδράσεως |
earth.sc. | ηλεκτρόδιο σχήματος D |
hobby | ζάρι; κύβος |
industr. construct. met. | κυβικά υαλοθραύσματα |
entreprise | |
econ. | επιχείρηση |
| |||
αντικειμενικός | |||
στόχος | |||
αντικειμενικός φακός μικροσκοπίου | |||
αντικειμενικός φακός |
objectifs: 251 phrases in 34 subjects |