Sicherung | |
commun. el. | ασφάλεια τήξης |
comp., MS | αντίγραφο; αντίγραφο ασφαλείας |
el. | ασφάλεια; σύστημα εκπυρσοκρότησης; διάταξη διακοπής ηλεκτρικού κυκλώματος ασφαλείας |
forestr. | ασφάλεια βραδείας τήξεως |
IT dat.proc. | δημιουργία εφεδρικών αντιγράφων |
drucktechnische: 1 phrase in 1 subject |
Immigration and citizenship | 1 |