DictionaryForumContacts

   Estonian
Google | Forvo | +
sisendkäibemaks form.
fin., polit., tax. επιβάρυνση με το ΦΠΑ εισροών
tax. ο εισπραχθείς κατά τα προηγούμενα στάδια φόρος; προκαταβαλλόμενος φόρος; φόρος αγοράς