DictionaryForumContacts

   Dutch
Google | Forvo | +
verblijftijd m
gen. χρόνος παραμονής
chem. χρόνος κατακράτησης
environ. διάρκεια κατακράτησης; διάρκεια ζωής; διάρκεια παραμονής
met. διατήρηση εν θερμώ
transp. διάρκεια στάθμευσης