DictionaryForumContacts

   Dutch
Google | Forvo | +
papier voor het vervaardigen van carbonpapier
tech., industr., construct. μελανόχαρτο; πρώτο φύλλο αυτογραφικού χαρτιού; χαρτί καρμπόν; χαρτί που χρησιμεύει ως υπόθεμα για την παρασκευή αποτυπωτικού