DictionaryForumContacts

   Dutch
Google | Forvo | +
to phrases
kabelmof adj.
coal., construct. σωληνωτός ακροσύνδεσμος συρματοσχοίνου
el. κουτί σύνδεσης; κουτί για τη σύνδεση των καλωδίων
industr., construct. χιτώνιο καλωδίου
mech.eng. ακροσύνδεσμος; μούφα άκρου; σύνδεσμος αγκύρωσης
transp., mech.eng. κιβώτιο συνδέσμου
kabelmof: 1 phrase in 1 subject
Life sciences1