DictionaryForumContacts

   Italian
Google | Forvo | +
tritarifiuti domestico
mun.plan., environ. μύλος απορριμμάτων κουζίνας; σκουπιδοφάγος; σκουπιδοφάγος κουζίνας; συσκευή για το άλεσμα των απορριμμάτων της κουζίνας