accumulatore | |
earth.sc. mech.eng. | συλλέκτης; τύμπανο υπερροής |
environ. | αποταμιευτής; συσσωρευτής/αποταμιευτής |
mater.sc. energ.ind. el. | δευτερογενές στοιχείο |
14 a 4 | |
tech. | κάμαξ |
A | |
med. | αμπέρ; αδενίνη; αλανίνη |
caduta | |
med. | πτώση |
| |||
συλλέκτης; τύμπανο υπερροής | |||
αποταμιευτής; συσσωρευτής/αποταμιευτής | |||
δευτερογενές στοιχείο | |||
συσσωρευτής |
accumulatore: 132 phrases in 15 subjects |