DictionaryForumContacts

   Italian
Google | Forvo | +
accogliere una domanda
gen. δέχομαι αίτηση; κάνω δεκτή μια αίτηση
EU. γίνεται δεκτή αίτηση
gov. κάνω δεκτή αίτηση
law αποδέχομαι αίτηση