DictionaryForumContacts

   Danish
Google | Forvo | +
kloakledning n
environ. συνδυασμένο σύστημα αποχέτευσης; σωληναγωγός λυμάτων; υπόνομος/οχετός; μικτό σύστημα αποχέτευσης; παντοροϊκό σύστημα αποχέτευσης