DictionaryForumContacts

   Danish
Google | Forvo | +
to phrases
driftsindtægter n
busin., labor.org., account. έσοδα εκμεταλλεύσεως
econ., agric. πρόσοδος γεωργικής εκμετάλλευσης
econ., fin. έσοδα εκμετάλλευσης; οργανικά έσοδα
market. προϊόν εκμετάλλευσης
driftsindtægt n
econ., agric. πρόσοδος γεωργικής εκμετάλλευσης
fin., account. αποτέλεσμα εκμετάλλευσης; αποτελέσματα χρήσης; κέρδος εκμεταλλεύσεως; κέρδος επιχειρήσεως; οργανικό κέρδος
driftsindtægter: 3 phrases in 1 subject
Marketing3